Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

ΜΕΡΙΚΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΠΟΙΗΣΗΣ








Γράφει ο Νίκος Σουβατζής: 





      Η ποίηση είναι μια πυκνή μορφή λόγου. Ένα ποίημα που διαβάζεται σε λίγα λεπτά μπορεί να κρύβει κοπιαστική δουλειά ωρών, ενώ αν συνυπολογίσουμε και την έμπνευση, τότε μιλάμε για δουλειά πολλών ημερών ακόμα και εβδομάδων. Μπορεί να φαίνεται εύκολο να γράψει κάποιος ποίηση, σίγουρα όμως δεν είναι. Κατά την άποψή μου πρέπει να πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις.
       Προϋπόθεση πρώτη είναι ο γράφων ή η γράφουσα να χειρίζεται άψογα τον λόγο. Η γλώσσα είναι το εργαλείο της δουλειάς των ποιητών. Αυτό το εργαλείο πρέπει να το χειρίζονται άριστα. Να γνωρίζουν τους γραμματικούς, συντακτικούς και ορθογραφικούς κανόνες, τους κανόνες στίξης και να έχουν μια μεγάλη ευχέρεια στο να διατυπώνουν τις σκέψεις τους γραπτά. Ένα ποίημα πριν δοθεί για ανάγνωση ή δημοσίευση πρέπει να είναι καλογραμμένο και φροντισμένο. Η άποψη ότι πρέπει να γράφουμε ένα ποίημα όπως μας έρχεται και δεν πρέπει να το διορθώνουμε γιατί το αλλοιώνουμε, στην πραγματικότητα κρύβει άγνοια. Η έμπνευση και το αυθόρμητο δεν μπορούν να είναι άλλοθι για την προχειρότητα.
       Προϋπόθεση δεύτερη για να γραφτεί ποίηση, είναι ο άνθρωπος που θα το επιχειρήσει να γνωρίζει και να αγαπάει το αντικείμενο. Να έχει διαβάσει πολλή ποίηση, να γνωρίζει τους κανόνες της, για παράδειγμα σε ποιο σημείο πρέπει να διακόψει έναν στίχο, να γνωρίζει διάφορα ρεύματα, γενιές και σχολές ποίησης. Άνθρωποι που χαρακτηρίζουν την ποίηση σε ελεύθερο στίχο «μοντέρνα» και την απαξιώνουν, όταν αυτό το είδος ποίησης έχει έναν αιώνα ιστορίας και η συντριπτική πλειοψηφία της μεταπολεμικής ποίησης είναι χωρίς ομοιοκαταληξία, έχουν πλήρη άγνοια για το τι εστί ποίηση και έχουν μείνει στα ποιήματα που άκουγαν στις σχολικές γιορτές. Είναι σαν κάποιος να επιχειρήσει να σκηνοθετήσει μια ταινία και οι γνώσεις του να περιορίζονται στον βωβό κινηματογράφο. Αυτά ως προς τη γνώση. Σε σχέση με την αγάπη που πρέπει να έχουν οι ποιητές για την ποίηση ας αναλογιστούμε τι ποίηση θα μπορούσε να γράψει κάποιος που αποφάσισε να ασχοληθεί μ' αυτή απλώς και μόνο επειδή έχει ελεύθερο χρόνο και δεν ξέρει πώς να τον γεμίσει ή επειδή έτυχε να διαβάσει κάπου ένα ποίημα και σκέφτηκε ότι είναι κάτι που μπορεί να κάνει και ο ίδιος. Κακά τα ψέματα. Όταν δεν αγαπάς κάτι και το κάνεις για να περάσει η ώρα δεν θα γίνεις ποτέ καλός σ' αυτό. Εδώ θα ήθελα να κάνω μια σύντομη αναφορά σε απόψεις του τύπου: «Είμαστε όλοι ποιητές». Ναι μεν η ποίηση δεν πρέπει να απευθύνεται σε μια κλειστή ελίτ, η συγγραφή ποίησης όμως είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει απ' τον καθένα. Ούτε θέλουν, ούτε μπορούν όλοι να γράψουν ποίηση όπως αντίστοιχα δεν μπορούν όλοι να παίξουν μουσική ή να ζωγραφίσουν. Τέτοιες απόψεις είναι ισοπεδωτικές και απαξιώνουν την ποίηση παρουσιάζοντάς την σαν κάτι που μπορεί να γίνει χωρίς κόπο, ενώ όσοι ασπάζονται τέτοιες απόψεις δεν μπορούν να τις τεκμηριώσουν. Τις αναφέρουν σαν αυταπόδεικτο αξίωμα με το οποίο όλοι πρέπει να συμφωνήσουμε. Όχι λοιπόν, ευτυχώς ή δυστυχώς δεν είμαστε όλοι ποιητές. Μάλλον ευτυχώς γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν βαρετό.
       Προϋπόθεση τρίτη για τη συγγραφή ποίησης είναι αυτός ή αυτή που γράφει να έχει έφεση, δεν θα έλεγα ταλέντο γιατί δεν μου αρέσει αυτή η λέξη, στην ποίηση. Καλό είναι να έχουμε αυτογνωσία. Αν δεν ξέρουμε πώς να σταθούμε σε μια θεατρική σκηνή σίγουρα δεν έχουμε κλίση στην υποκριτική. Αν όμως πιστεύουμε ότι έχουμε έφεση στην ποίηση επειδή αυτά που γράφουμε μας αρέσουν, πώς μπορούμε να διαπιστώσουμε αν είναι όντως έτσι; Η γνώμη συγγενών και φίλων περιέχει θετική προκατάληψη, οπότε δεν μας βοηθάει και πολύ. Όπως επίσης δεν μας βοηθάει και ένα θετικό σχόλιο που θα κάνει κάποιος από ευγένεια. Ο καλύτερος τρόπος για να μάθουμε αν τα γραπτά μας έχουν κάποια λογοτεχνική αξία, είναι να στείλουμε δείγμα της δουλειάς μας σε καλά λογοτεχνικά περιοδικά που επιλέγουν την ύλη που θα δημοσιεύσουν με σοβαρά κριτήρια και να πάρουμε μέρος σε διαγωνισμούς στην κριτική επιτροπή των οποίων συμμετέχουν καταξιωμένοι ποιητές, κριτικοί και καθηγητές λογοτεχνίας. Καλό είναι να επιλέξουμε περιοδικά και διαγωνισμούς που συμβαδίζουν με το ύφος της γραφής μας. Αν έχουμε στείλει, για παράδειγμα, ποιήματά μας σε δέκα λογοτεχνικά περιοδικά και κανείς δεν τα έχει αξιολογήσει θετικά, τότε σημαίνει ότι κάτι κάνουμε λάθος και αυτά που γράφουμε δεν είται τόσο καλά όσο νομίζαμε. Το να έχουν όλοι άδικο και εμείς δίκιο είναι δύσκολο. Η απόρριψη πρέπει να μας κάνει να προσπαθήσουμε περισσότερο. Όταν δε αυτή συνοδεύεται από τεκμηριωμένη κριτική, πρέπει να τη λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψιν μας ώστε να βελτιωθούμε.
       Προϋπόθεση τέταρτη για να γράψει κάποιος ποίηση είναι η ευαισθησία. Η ποίηση εκφράζει συναισθήματα. Όποιος δεν μπορεί να νιώσει δεν μπορεί και να γράψει. Αυτά που γράφει θα είναι άψυχα και δεν θα συγκινούν κανένα. Η ευαισθησία θα πρέπει να συνοδεύεται από σοβαρότητα και σεβασμό στους αναγνώστες. Η ποίηση είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Ακόμα και η σατιρική ποίηση έχει κάποιους κανόνες και αξιολογείται με βάση κάποια κριτήρια. Επίσης όταν θέλουμε οι αναγνώστες να σέβονται τη δουλειά μας πρέπει κι εμείς να τους σεβόμαστε. Η οργή δεν πρέπει να γίνεται πρόσχημα για τη χυδαιότητα.
       Πέμπτη και τελευταία προϋπόθεση για τη συγγραφή ποίησης είναι η έμπνευση. Ένα ποίημα πρέπει να βγαίνει απ' την ψυχή μας και να μη γράφεται μηχανικά. Έχω διαβάσει ποιήματα που ενώ με εκφράζουν πολιτικά, δεν μου προκαλούν κανένα συναίσθημα γιατί είναι ανέμπνευστα. Είναι σαν να έχει πάρει κάποιος όλα τα συνθήματα μιας διαδήλωσης και να τα έχει βάλει στη σειρά, χωρίς καμία επεξεργασία. Η έμπνευση δεν έρχεται κατά παραγγελία. Μπορεί να θέλουμε να γράψουμε για ένα γεγονός που μας συγκινεί ή για να τιμήσουμε τη μνήμη κάποιων ανθρώπων. Όσο και να το θέλουμε η έμπνευση μπορεί να μην έρθει ποτέ και να γράψουμε κάτι διεκπαιρεωτικά. Κάτι που θα είναι γεμάτο κοινοτοπίες και θα ξεχαστεί την επόμενη στιγμή.
       Τα παραπάνω δεν αποτελούν κανόνες, ούτε συμβουλές ή οδηγίες. Είναι προσωπικές απόψεις. Επί τη ευκαιρία θα ήθελα να ξεκαθαρίσω μια παρεξήγηση: Το ότι μια άποψη είναι προσωπική δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι τεκμηριωμένη.    









ΜΕΡΙΚΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΠΟΙΗΣΗΣ








Γράφει ο Νίκος Σουβατζής: 





      Η ποίηση είναι μια πυκνή μορφή λόγου. Ένα ποίημα που διαβάζεται σε λίγα λεπτά μπορεί να κρύβει κοπιαστική δουλειά ωρών, ενώ αν συνυπολογίσουμε και την έμπνευση, τότε μιλάμε για δουλειά πολλών ημερών ακόμα και εβδομάδων. Μπορεί να φαίνεται εύκολο να γράψει κάποιος ποίηση, σίγουρα όμως δεν είναι. Κατά την άποψή μου πρέπει να πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις.
       Προϋπόθεση πρώτη είναι ο γράφων ή η γράφουσα να χειρίζεται άψογα τον λόγο. Η γλώσσα είναι το εργαλείο της δουλειάς των ποιητών. Αυτό το εργαλείο πρέπει να το χειρίζονται άριστα. Να γνωρίζουν τους γραμματικούς, συντακτικούς και ορθογραφικούς κανόνες, τους κανόνες στίξης και να έχουν μια μεγάλη ευχέρεια στο να διατυπώνουν τις σκέψεις τους γραπτά. Ένα ποίημα πριν δοθεί για ανάγνωση ή δημοσίευση πρέπει να είναι καλογραμμένο και φροντισμένο. Η άποψη ότι πρέπει να γράφουμε ένα ποίημα όπως μας έρχεται και δεν πρέπει να το διορθώνουμε γιατί το αλλοιώνουμε, στην πραγματικότητα κρύβει άγνοια. Η έμπνευση και το αυθόρμητο δεν μπορούν να είναι άλλοθι για την προχειρότητα.
       Προϋπόθεση δεύτερη για να γραφτεί ποίηση, είναι ο άνθρωπος που θα το επιχειρήσει να γνωρίζει και να αγαπάει το αντικείμενο. Να έχει διαβάσει πολλή ποίηση, να γνωρίζει τους κανόνες της, για παράδειγμα σε ποιο σημείο πρέπει να διακόψει έναν στίχο, να γνωρίζει διάφορα ρεύματα, γενιές και σχολές ποίησης. Άνθρωποι που χαρακτηρίζουν την ποίηση σε ελεύθερο στίχο «μοντέρνα» και την απαξιώνουν, όταν αυτό το είδος ποίησης έχει έναν αιώνα ιστορίας και η συντριπτική πλειοψηφία της μεταπολεμικής ποίησης είναι χωρίς ομοιοκαταληξία, έχουν πλήρη άγνοια για το τι εστί ποίηση και έχουν μείνει στα ποιήματα που άκουγαν στις σχολικές γιορτές. Είναι σαν κάποιος να επιχειρήσει να σκηνοθετήσει μια ταινία και οι γνώσεις του να περιορίζονται στον βωβό κινηματογράφο. Αυτά ως προς τη γνώση. Σε σχέση με την αγάπη που πρέπει να έχουν οι ποιητές για την ποίηση ας αναλογιστούμε τι ποίηση θα μπορούσε να γράψει κάποιος που αποφάσισε να ασχοληθεί μ' αυτή απλώς και μόνο επειδή έχει ελεύθερο χρόνο και δεν ξέρει πώς να τον γεμίσει ή επειδή έτυχε να διαβάσει κάπου ένα ποίημα και σκέφτηκε ότι είναι κάτι που μπορεί να κάνει και ο ίδιος. Κακά τα ψέματα. Όταν δεν αγαπάς κάτι και το κάνεις για να περάσει η ώρα δεν θα γίνεις ποτέ καλός σ' αυτό. Εδώ θα ήθελα να κάνω μια σύντομη αναφορά σε απόψεις του τύπου: «Είμαστε όλοι ποιητές». Ναι μεν η ποίηση δεν πρέπει να απευθύνεται σε μια κλειστή ελίτ, η συγγραφή ποίησης όμως είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει απ' τον καθένα. Ούτε θέλουν, ούτε μπορούν όλοι να γράψουν ποίηση όπως αντίστοιχα δεν μπορούν όλοι να παίξουν μουσική ή να ζωγραφίσουν. Τέτοιες απόψεις είναι ισοπεδωτικές και απαξιώνουν την ποίηση παρουσιάζοντάς την σαν κάτι που μπορεί να γίνει χωρίς κόπο, ενώ όσοι ασπάζονται τέτοιες απόψεις δεν μπορούν να τις τεκμηριώσουν. Τις αναφέρουν σαν αυταπόδεικτο αξίωμα με το οποίο όλοι πρέπει να συμφωνήσουμε. Όχι λοιπόν, ευτυχώς ή δυστυχώς δεν είμαστε όλοι ποιητές. Μάλλον ευτυχώς γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν βαρετό.
       Προϋπόθεση τρίτη για τη συγγραφή ποίησης είναι αυτός ή αυτή που γράφει να έχει έφεση, δεν θα έλεγα ταλέντο γιατί δεν μου αρέσει αυτή η λέξη, στην ποίηση. Καλό είναι να έχουμε αυτογνωσία. Αν δεν ξέρουμε πώς να σταθούμε σε μια θεατρική σκηνή σίγουρα δεν έχουμε κλίση στην υποκριτική. Αν όμως πιστεύουμε ότι έχουμε έφεση στην ποίηση επειδή αυτά που γράφουμε μας αρέσουν, πώς μπορούμε να διαπιστώσουμε αν είναι όντως έτσι; Η γνώμη συγγενών και φίλων περιέχει θετική προκατάληψη, οπότε δεν μας βοηθάει και πολύ. Όπως επίσης δεν μας βοηθάει και ένα θετικό σχόλιο που θα κάνει κάποιος από ευγένεια. Ο καλύτερος τρόπος για να μάθουμε αν τα γραπτά μας έχουν κάποια λογοτεχνική αξία, είναι να στείλουμε δείγμα της δουλειάς μας σε καλά λογοτεχνικά περιοδικά που επιλέγουν την ύλη που θα δημοσιεύσουν με σοβαρά κριτήρια και να πάρουμε μέρος σε διαγωνισμούς στην κριτική επιτροπή των οποίων συμμετέχουν καταξιωμένοι ποιητές, κριτικοί και καθηγητές λογοτεχνίας. Καλό είναι να επιλέξουμε περιοδικά και διαγωνισμούς που συμβαδίζουν με το ύφος της γραφής μας. Αν έχουμε στείλει, για παράδειγμα, ποιήματά μας σε δέκα λογοτεχνικά περιοδικά και κανείς δεν τα έχει αξιολογήσει θετικά, τότε σημαίνει ότι κάτι κάνουμε λάθος και αυτά που γράφουμε δεν είται τόσο καλά όσο νομίζαμε. Το να έχουν όλοι άδικο και εμείς δίκιο είναι δύσκολο. Η απόρριψη πρέπει να μας κάνει να προσπαθήσουμε περισσότερο. Όταν δε αυτή συνοδεύεται από τεκμηριωμένη κριτική, πρέπει να τη λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψιν μας ώστε να βελτιωθούμε.
       Προϋπόθεση τέταρτη για να γράψει κάποιος ποίηση είναι η ευαισθησία. Η ποίηση εκφράζει συναισθήματα. Όποιος δεν μπορεί να νιώσει δεν μπορεί και να γράψει. Αυτά που γράφει θα είναι άψυχα και δεν θα συγκινούν κανένα. Η ευαισθησία θα πρέπει να συνοδεύεται από σοβαρότητα και σεβασμό στους αναγνώστες. Η ποίηση είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Ακόμα και η σατιρική ποίηση έχει κάποιους κανόνες και αξιολογείται με βάση κάποια κριτήρια. Επίσης όταν θέλουμε οι αναγνώστες να σέβονται τη δουλειά μας πρέπει κι εμείς να τους σεβόμαστε. Η οργή δεν πρέπει να γίνεται πρόσχημα για τη χυδαιότητα.
       Πέμπτη και τελευταία προϋπόθεση για τη συγγραφή ποίησης είναι η έμπνευση. Ένα ποίημα πρέπει να βγαίνει απ' την ψυχή μας και να μη γράφεται μηχανικά. Έχω διαβάσει ποιήματα που ενώ με εκφράζουν πολιτικά, δεν μου προκαλούν κανένα συναίσθημα γιατί είναι ανέμπνευστα. Είναι σαν να έχει πάρει κάποιος όλα τα συνθήματα μιας διαδήλωσης και να τα έχει βάλει στη σειρά, χωρίς καμία επεξεργασία. Η έμπνευση δεν έρχεται κατά παραγγελία. Μπορεί να θέλουμε να γράψουμε για ένα γεγονός που μας συγκινεί ή για να τιμήσουμε τη μνήμη κάποιων ανθρώπων. Όσο και να το θέλουμε η έμπνευση μπορεί να μην έρθει ποτέ και να γράψουμε κάτι διεκπαιρεωτικά. Κάτι που θα είναι γεμάτο κοινοτοπίες και θα ξεχαστεί την επόμενη στιγμή.
       Τα παραπάνω δεν αποτελούν κανόνες, ούτε συμβουλές ή οδηγίες. Είναι προσωπικές απόψεις. Επί τη ευκαιρία θα ήθελα να ξεκαθαρίσω μια παρεξήγηση: Το ότι μια άποψη είναι προσωπική δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι τεκμηριωμένη.