Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

ΕΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΠΑ (1906-1997) ΚΙ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ




Σχόλιο-επιλογή: Ειρηναίος Μαράκης
    
    Υπάρχουν ποιητές που οι κάτοικοι αυτού του τόπου αγαπάνε να διαβάζουν, ακόμα και να τους μελετούν, σε μια εποχή που αρκετοί θεωρούν ως αντιποιητική. Υπάρχουν ποιητές αλλά και ποιήτριες που γίνονται viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάποτε εκφράζοντας την υπαρκτή ανάγκη για μια βαθύτερη ενδοσκόπηση της πραγματικότητας μέσω της ποίησης και άλλοτε γιατί έτσι επιτάσσει η μόδα των like και των share. Υπάρχουν κι εκείνοι οι ποιητές που με το έργο τους και την στάση τους στη ζωή αποτελούν φωτεινό παράδειγμα για τους αγώνες του σήμερα και του αύριο κι οι οποίοι διαβάζονται ανελλιπώς.
   Αλλά υπάρχουν κι εκείνοι οι ποιητές, των παλαιότερων ή/και νεότερων γενιών που μάταια ψάχνουν να βρούνε μία διέξοδο να ακουστεί η φωνή κι ο πόνος τους, η αγωνία τους για τη ζωή και τον συνάνθρωπο. Ακόμα κι αν είχαν διαβαστεί στο πρόσφατο παρελθόν. Κι αυτό συμβαίνει γιατί πολύ απλά έχουν ξεχαστεί... Αυτό από μία άποψη τους σώζει από την συχνή τριβή με τον εκφυλιστικό κόσμο του διαδικτύου αλλά από την άλλη τους εξαφανίζει λες και να μην υπήρξαν ποτέ... Τέτοιους ποιητές, τέτοιες ποιήτριες, αρκετοί από αυτούς έχουν παρουσία χρόνων στην ποίηση, αξίζει να τους ανακαλύψουμε, όσο δύσκολο να φαίνεται. Δεν είναι όμως και ουτοπικό να συμβεί.
   Ένας τέτοιος ποιητής είναι και ο Νίκος Παππάς, ο οποίος γεννήθηκε το 1906 στα Τρίκαλα και πέθανε το 1997. Σπούδασε νομικά και δικηγόρησε στα Τρίκαλα και την Αθήνα. Υπήρξε σύζυγος της επίσης ποιήτριας Ρίτας Μπούμη-Παπά. Η εμφάνιση του στην ποίηση έγινε το 1928 μέσα από τις σελίδες της "Νέας Εστίας" ενώ τρία χρόνια αργότερα δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή "Μάταια Λόγια". Εξέδωσε, σε συνεργασία με τον Γιάννη Σκαρίμπα, το πρώτο λογοτεχνικό περιοδικό στην περιφέρεια με τίτλο "Επαρχία",το οποίο πρωτοστάτησε στον αγώνα για την πνευματική αφύπνιση της περιφέρειας. Στην Κατοχή εξέδωσε "Το αίμα των αθώων" και το 1946 την "Τετράχρονη Αθήνα". Ακολούθησαν τα έργα του: "Αιχμάλωτοι άγγελοι", "Δώδεκα και πέντε", "Ηρωικό τριαντάφυλλο" (Α Κρατικό Βραβείο Ποίησης) κ.ά. Τιμήθηκε με το Α' Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το έργο του "Πατρίδα μας" (1979). Το έργο του, ιδιαίτερα πλούσιο, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, 20 ποιητικές συλλογές που μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Πολλά από αυτά γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στις βαλκανικές χώρες και έχουν περιληφθεί σε παγκόσμιες ποιητικές ανθολογίες. Υπήρξε αντιπρόεδρος και σύμβουλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Συμμετείχε ενεργά στους αγώνες του λαού μας για ένα καλύτερο αύριο, ενώ ως συνήγορος υπερασπίστηκε εκατοντάδες αγωνιστές στα έκτακτα στρατοδικεία.
   Στην ποίηση του Νίκου Παππά ο αναγνώστης εύκολα θα εντοπίσει με πια θέματα ασχολείται ο ποιητής ο οποίος άλλοτε με μια εμφανή μελαγχολία κι άλλοτε με οργή μας δείχνει ότι μέσα στο σκοτάδι και την καταστροφή μπορούν να ανθίσουν το φως και η ελπίδα . Και μάλιστα από ανθρώπους που δεν υπολογίζει με μια πρώτη ματιά (Θυμάμαι δυο παιδιά). Όλα αυτά όμως, όταν συμβαίνουν, δεν είναι τίποτα άλλο παρά αποτέλεσμα πίστης και αγώνα
για ένα άλλο μέλλον, για μια διαφορετική ζωή. Κάπου ζητάει βοήθεια ο ποιητής (Εκείνο...), από τη ζωή κι από τον αναγνώστη του, ίσως και δίχως να το θέλει, ενώ κάπου αλλού ισχυρίζεται  ότι μπορεί να ξεριζώσει με τα νύχια του τις βάσεις των πυραύλων (Οργή)! Κι αυτό γιατί γνωρίζει πως δεν είναι μόνος κατά βάθος. Στην ουσία ο ρόλος του Νίκου Παπππά ως ποιητή και ενεργού αγωνιστή δεν είναι άλλος από το να μαζεύει κόμπο-κόμπο τα λόγια μας ή/και τις ανάγκες μας, που είναι και δικά του λόγια και ανάγκες, για να τα μετατρέψει σε χρώματα κι απέραντες αναδιπλώσεις / σαν το φαράγγι που κάνει χίλιες φωνές / την αδύνατη, τη μια φωνή μας... (Τα λόγια μας). Αυτά και μόνο αρκούν για να τον διαβάσουμε και να τον ανακαλύψουμε ξανά.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ:

Οργή

Δροσεροί Μάηδες περνούν μεσ' απ' το καλοκαίρι
πρωινά γαλάζια, αισιόδοξα
γεμάτα μάτια προς τον κόσμο
πρωινά ισάξια με παραδείσους.
Όλ' η ζωή απέραντος καμβάς
για να κεντάς επάνω της με στίχους
ν' ανοίγεις στους ορίζοντες παράθυρα από φως
γέλια από πρασινάδα και κλαδιά,
να ζεις χωρίς νοσταλγίες, χωρίς ελπίδες
και ακουμπάς ταυτίζονται να καρτερείς
μια νέα ζωή που δεν έχεις ετοιμάσει...
Μόνο γιατί μπορώ να γράφω στίχους
και να σκέφτομαι
ήρεμος ή αναστατωμένος κάτω από ένα φεγγάρι
που τόχουν κλείσει όξω απ' τα σπίτια τους,
μόνο γιατί μπορώ να χαϊδεύω
μια γατούλα στα γόνατα
και να καλημερίζω ένα λουλούδι, 

μόνο γιατί μπορώ και βγάζω το καπέλλο μου
στους πρωινούς εργάτες,
γι' αυτό και μόνο
μπορώ να ξερριζώσω με τα νύχια μου
τις βάσεις των πυραύλων!

Εκείνο...

Εκείνο που ζήτησα από τη ζωή
μου τώδωσε
ίσως και δίχως να το θέλει
εκείνο που της ζήτησα
το πήρα σαν ψωμί μεσ' απ' τα δόντια της,
γιαυτό σαν βλέπω λίγο εσύ να μου μακραίνεις
λίγο πως πας να κουραστείς
πως μένεις πίσω από τα βήματα μου
είμαι έτοιμος να βγάλω μια φωνή:
βοήθεια!

Θυμάμαι δυο παιδιά

Θυμάμαι δυο παιδιά, δυο Ζηλανδούς
την ώρα που δεκάξη Γερμανοί ρίχναν τις μπόμπες
απ' τα δεκάξη αεροπλάνα τους...
Δυο Ζηλανδοί, σαν δυο μικρά παιδιά,
ανοίξαν την εξώθησή μας
και τρυφερά σα να μιλούσαν σ' άλλον κόσμο,

δυο Ζηλανδοί, σαν δυο μικρά παιδιά,
την ώρα που οι καπνοί τα Τρίκαλα ερημώναν,
μας ζήτησαν να κόψουν δυο τριαντάφυλλα...

Ο Άγνωστος Στρατιώτης

Μη θαρρείτε πως δεν έχουν όνομα
οι άγνωστοι στρατιώτες
που κοιμούνται στις πλατείες
για να τροφοδοτούν
τις παρελάσεις και τους ρήτορες!
Έχουν ονόματα από ζάχαρη και μέλι
κι έχουν κρατήσει κάποια θέση και γι' αυτούς
στο κοιμητήρι της πατρίδας,
και κάθε νύχτα θα φιλήσουν στα μαλλιά
τ' αγροτικά κορίτσια που ξενύχτησαν στις προίκες
κεντώντας τα μικρά τους τα ονόματα...
Ω, μη θαρρείτε πως δεν έχουν όνομα
οι άγνωστοι στρατιώτες μες στον κόσμο
και σπιτικούς
που δεν τους θέλαν να γίνουνε μάρμαρο!
Έχουν ονόματα γλυκά και τρυφερά
και μάνες με τα μαύρα που τους περιμένουν
με το γυλιό, με το σακίδιο
και με το γενάκι τους. ..
Τους περιμένουν
Μ' ένα μικρό χαϊδευτικό να τους ξυπνήσουν

απ' τη βαρειά την πέτρα πούναι ύπνος τους!

Τα ωραιότερα

Τα πιο ωραία
τα ωραιότερα του κόσμου
δεν είναι λίγα, δεν είναι πολλά.
Δύσκολο να τα ξεχωρίσεις
μέσα στην πουπουλένια κρύπτη τους:

Ο παιδικός όρμος
η πρώτη λύπη μας
η Ανοιξιάτικη Αττική
το περιστέρι στα καταγάλανα Τρίκαλα...

Τα πιο ωραία
τα ωραιότερα του κόσμου
είναι αυτά, που σαν πληγές,
έχουν συγκεντρωθεί εδώ στο πλάι μας...

Τα λόγια μας

Κόμπο-κόμπο μάζεψα τα λόγια σου
και τα λόγια των άλλων
 
των άλλων, των άλλων, των άλλων
 
που πλάι μας ή από μακριά
 
τη μέρα και τις νύχτες
 
στους δρόμους ή μες στα δωμάτια
 
βρίζουν ή λεν την προσευχή τους
 
στις ράχες της Θουριγγίας

στους κάμπους τους θεσσαλικούς 
με τη φλογέρα ή με το τραγούδι
 
μόνοι τους ή με τα δικά τους πρόσωπα,
 
αφήνουν τα λόγια τους να ξεφεύγουν...
Κόμπο-κόμπο μάζεψα τα λόγια σας
 
χωρίς ποτέ να μούχετε μιλήσει
 
και τα φωνάζω και τα μεγαλώνω και τα σκορπώ
 
σε χρώματα κι απέραντες αναδιπλώσεις,
σαν το φαράγγι που κάνει χίλιες φωνές
 
την αδύνατη, τη μια φωνή μας...

Βιογραφικά στοιχεία: Βιβλιονέτ, Ριζοσπάστης
Τα ποιήματα του Νίκου Παππά είναι από τον τρίτο τόμο της Ποιητικής Ανθολογίας και της σειράς Γνώση του Εκδοτικού Οργανισμού Μαλλιάρη (1980)