γράφει ο Νίκος Σουβατζής
Βρισκόμαστε στο 1992. Μερικούς μήνες πριν έχουν κυκλοφορήσει οι «Γραμμές των
οριζόντων» του Θάνου Μικρούτσικου, σε ποίηση Νίκου Καββαδία. Εγώ, έφηβος τότε, ακούω στο ραδιόφωνο τον Γουίλλυ με τη φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ήταν ένα πρωτόγνωρο άκουσμα που αμέσως με μάγεψε. Ήταν μια παλιά ναυτική ιστορία που θα μπορούσαμε να ακούσουμε από έναν ηλικιωμένο ναυτικό. Οι στίχοι με ταξίδευαν νοσταλγικά στο παρελθόν, αλλά ταυτόχρονα ακούγονταν πολύ σύγχρονοι. Χωρίς να έχω τότε καμία επαφή με την ποίηση, κατάλαβα ενστικτωδώς ότι αυτό που άκουγα ήταν ένα μελοποιημένο ποίημα. Λίγες μέρες μετά περνώντας έξω από ένα δισκοπωλείο είδα τον δίσκο στη βιτρίνα. Στο εξώφυλλο απεικονιζόταν ένα καράβι να πλέει στη θάλασσα. Αμέσως συνδέθηκαν στο μυαλό μου οι στίχοι του Γουίλλυ με την εικόνα του καραβιού. Αγόρασα τις «Γραμμές των οριζόντων», αλλά και τον «Σταυρό του νότου», που ήταν ο πρώτος δίσκος του Μικρούτσικου με μελοποιημένα ποιήματα του Καββαδία. Άκουγα τους δίσκους ξανά και ξανά και ταξίδευα σε εξωτικά νησιά, σε μακρινές θάλασσες, σε πολύβουα λιμάνια, στα μπαρ των ναυτικών, σε παλαιοπωλεία γεμάτα θησαυρούς. Η φαντασία μου ζωντάνευε τους ήρωες των ποιημάτων. Είχα ανακαλύψει έναν καινούργιο κόσμο, χωρίς σύνορα, γεμάτο με συναρπαστικές περιπέτειες. Λίγο καιρό μετά αγόρασα το «Μαραμπού» και ύστερα το «Πούσι» και το «Τραβέρσο». Και έτσι ξεκίνησα να διαβάζω ποίηση.
Πολύ σύντομα είχα διαβάσει και τις τρεις συλλογές και είχα αρχίσει να μαθαίνω απ' έξω τα αγαπημένα μου ποιήματα. Ενδιαφερόμουν για οτιδήποτε είχε σχέση με την ποίηση του Καββαδία. Για τον Γκόγια, τον Σαγκάλ και άλλους ζωγράφους, για τη ναυτική ορολογία, για τόπους όπως το Τζιμπουτί και το Άντεν. Φανταζόμουν τον εαυτό μου πρωταγωνιστή των έμμετρων ιστοριών που διάβαζα. Οι τροπικές ασθένειες, τα ορμητικά κύματα που κατάπιναν ολόκληρα καράβια, τα ναυάγια, φάνταζαν στο μυαλό μου σαν αμελητέοι κίνδυνοι μπροστά στη γοητεία της ναυτικής ζωής. Τα ιστορικά γεγονότα όπως η σφαγή στο Δίστομο απ' τους ναζί και η δολοφονία του Λόρκα, που παρεμβάλλονταν στις ναυτικές περιπέτειες, αλλά και η τρυφερότητα με την οποία αναφερόταν στη μάνα που περιμένει με αγωνία τα νέα του γιου της, στον σύντροφο στα ταξίδια που έφυγε απ' τη ζωή, σε νεανικούς έρωτες, έκαναν την ποίηση του Καββαδία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα και αγαπητή. Με ταξίδευε, αλλά ταυτόχρονα με προβλημάτιζε και με συγκινούσε. Όλες αυτές οι απίστευτες περιπέτειες είχαν κάτι πολύ ανθρώπινο και οικείο. Αυτός ο άγνωστος κόσμος που αποκαλυπτόταν μπροστά στα μάτια μου, έφερνε στην επιφάνεια πτυχές του εαυτού μου που δεν είχα ανακαλύψει.
Κάνα δυο χρόνια μετά άρχισα να πολιτικοποιούμαι και να διαβάζω Ρίτσο, Λειβαδίτη, Αναγνωστάκη, Κατσαρό, Χικμέτ, Λόρκα, Μαγιακόφσκι, Μπρεχτ. Στα φοιτητικά μου χρόνια έκανα και τις πρώτες απόπειρες να γράψω ποίηση. Αγαπώ πολλούς ποιητές και πολλές ποιήτριες. Πάντα όμως ο Καββαδίας θα έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου, γιατί ήταν αυτός που με μύησε στην ποίηση. Η σχέση μου με την ποίησή του είναι βιωματική. Ξαναδιαβάζω τα ποιήματά του με την ίδια νοσταλγία που ανακαλώ στη μνήμη μου μια φοιτητική εκδρομή. Και κάθε φορά το μυαλό μου ταξιδεύει σε έναν κόσμο μαγικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου