Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

ΚΩΣΤΑΣ ΠΗΓΑΔΙΩΤΗΣ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ 










ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ 

   Ο Πηγαδιώτης γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1915 και ήταν ο πρωτότοκος γιος μιας πολυμελούς και φτωχής οικογένειας. 
 Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στην Καλαμάτα. Τελειώνοντας το γυμνάσιο, θα αναγκαστεί να φύγει από τη γενέτειρά του, για να εγγραφεί στην Πάντειο Σχολή. Δεν ολοκλήρωσε όμως τις σπουδές του, γιατί στο μεταξύ πέτυχε, μετά από διαγωνισμό, να διοριστεί στην Αγροτική Τράπεζα, όπου είχε μια λαμπρή σταδιοδρομία και γνώρισε όλες τις πτυχές της δημοσιοϋπαλληλικής ζωής.


  Με το ξέσπασμα του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου, ο ποιητής θα πάει στο μέτωπο και θα επιστρέψει τραυματίας πολέμου. Μια σειρά από θαυμάσια αντιπολεμικά ποιήματα θα γεννηθούν από αυτή του την εμπειρία.
 Ο Πηγαδιώτης ήταν αναμφίβολα γεννημένος ποιητής. Εμφανίστηκε καθυστερημένα στα ελληνικά γράμματα, λόγω των εμποδίων της καθημερινής ζωής, που κλείνουν τον δρόμο των αληθινών δημιουργών και στάθηκε ακόμα πιο άτυχος γιατί έφυγε νωρίς από τη ζωή, το έτος 1987.


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ 

 

Δρόμοι χωρίς άσφαλτο 1966
 Περιπλάνηση 1968
Αγνώστου διαμονής 1970
Οι αποσκευές 1972 και 1974
Η λεωφόρος 1974
Ανισόπεδη διάβαση 1977
Το άλλοθι 1980
Σε ανύποπτο χρόνο 1983
Το γραμματοκιβώτιο του αργότερα 1985
Χωρίς διαιτητή 1988 (Συλλογή που κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του, από τη σύζυγο του Βάσω και το γιό του Νίκο Πηγαδιώτη.) 
Επιλογή της ποίησης του Νίκου Πηγαδιώτη, 2010. 
Άπαντα, εκδόσεις "Λεξίτυπον", 2012. 



Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένα ποιήματά του: 
 
Η υποδιαστολή

Θυμάσαι
τους αριθμούς
που βρίσκαμε
λογαριάζοντας
τις επιθυμίες μας;

Ήταν όλοι τους
            λανθασμένοι.

Της ζωής παραλείπαμε
            την υποδιαστολή. 





Οι ράγες

Στις ράγες
            που στρώσαμε
ποτέ δεν πέρασε
            τραίνο.








Αναδάσωση

Η περιοχή μας
            αναδασώθηκε
                        με καπνοδόχους.

Απ’ τα φλογισμένα
            ρουθούνια τους
                        αναπνέουμε

Δενδροστοιχίες
                        πανύψηλες
            οι μαύροι καπνοί τους.

Στα φορτισμένα σύννεφα
                        Μ’ απειλή
τ’ ανήσυχα βλέμματα
                        αλεξικέραυνα

Η περιοχή μας
            αναδασώθηκε
                        με κυπαρίσσια.






Η υποθήκη

Οδυνηρές του καθρέφτη
            οι πληροφορίες.
Την υποθήκη τούδειχνε
του χρόνου που χάραξε
            η τοκογλυφία.

Κάποιας παλιάς
            χωρίστρα ίχνη
μονοπάτι στο δάσος
            της αναπόλησης.

Ο καπνός του τσιγάρου
            σύννεφο σκόνης
απ’ της νιότης την κατεδάφιση.

Στον πλειστηριασμό
            απόψε
ό,τι χαμόγελο απόμεινε
            μην πάει χαμένη
            η Κυριακή.





Τα χέρια

Παράπονο δεν είχε
            από τα χέρια του.

Σε φράχτες τον βοηθήσανε
            ψηλούς κι αναρριχήθηκε.

Σε τσέπες του φοιτήσανε
            αδειανές
με πάντα διαγωγή
            «κοσμιωτάτη».

Ένα μονάχα σφάλμα τους :
κάποια «αυθόρμητα»
            χειροκροτήματα.  









Τα παιδιά 



Κάθε πρωί στο δρόμο μου συναντούσα τα παιδιά του σχολείου
Είχα μέρες να τα δω. Χθες έμαθα πώς άλλαξαν οίκημα
Σήμερα το πρωί άθελά μου άλλαξα δρόμο 



Οι ποιητές 

Στα δάση ανησυχίας 
οι ποιητές κατασκηνώνουν.
Εκεί τους βρίσκει 
η θύελλα 
τις ταραγμένες νύχτες. 
Πατρίδα τους ιδιαίτερη 
η αγάπη. 
Τα ερειπωμένα τείχη της 
με πάθος πάντα υπερασπίζουν. 
Στις μάχες της ψυχής 
στους πληγωμένους αιχμαλώτους 
θα τους βρεις 
ποτέ στους αγνοούμενους. 



Ξωμάχος 

Καμαρωτός στα βράχια 
κοιτάζεις κάτω τα σπαρτά 
τα μεστωμένα στάχυα 
από τον καρπό νάναι γερτά. 

Κι απάνω πεινασμένα 
απ' την πολλή τους τη λαλιά 
στα στάχυα κρεμασμένα 
μεράδι παίρνουν τα πουλιά. 

Ευλογημένα χέρια 
μήνες ζυμώνατε τη γη 
με κρύο, βροχονέρια 
τέτοιο χρυσάφι για να βγει. 

Τα λάφυρα της μάχης
κοιτάς ετούτη τη στιγμή 
χωρίς μια μέρα να 'χεις 
εσύ χορτάσει το ψωμί. 


Επείγον 

Όταν μιλάμε για πόλεμο 
πάντοτε σε θυμάμαι 
νεαρέ μου συμπολεμιστή 
της Αλβανίας. 

Σαν αίτηση παραπόνου 
πέρασες από της ζωής 
το πρωτόκολλο 
κι έφυγες σαν έγγραφο 
χαρακτηρισμένο: Επείγον.


Ανώνυμο γράμμα 

Στο μέτωπο, 
κάποιου συστρατιώτη 
βρήκανε ένα γράμμα 
για τη μάνα του, 
που ατέλειωτο απ' τα χέρια του 
ο αέρας είχε αρπάξει. 
Ανώνυμο όπως ήταν 
σε ποια μάνα να το δώσουν 
απ' όλες που περίμεναν; 


Ορθή γραφή 

Με πλάγια γραφή 
δε γράφεται ποτέ 
η λέξη Ελευθερία. 





 Κ.Π. Καβάφης

 

Στα κρίσιμα ερωτήματα 
για να 'σαι πεπεισμένος 
της ιστορίας ζήταγες 
επίμονα τη γνώμη. 

Κι οι στίχοι σου 
άσβηστα κεριά 
μείναν στου χρόνου 
τους βοριάδες. 

Της ιθαγένειας γκρέμισε 
τα τείχη η ποίησή σου 
κι ο στοχασμός της έγινε 
κάθε ψυχής Ιθάκη. 


  



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου