Δευτέρα 3 Αυγούστου 2020

ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ










Σχόλιο, επιλογή: Ειρηναίος Μαράκης 



       Η σύγχρονη ποιητική παραγωγή έχει να μας δώσει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα δείγματα γραφής είτε οι ποιητές και οι ποιήτριες κάνουν την πρώτη τους εμφάνιση, είτε έχουν ήδη εκδώσει μια σειρά ποιητικών συλλογών με εργασίες τους. Είναι πάντως δύσκολο για κάποιον που δεν είναι συστηματικός αναγνώστης της ποίησης να εντοπίσει και να αναγνωρίσει αυτές τις προσπάθειες που εύκολα μπορούν να “χαθούν” μέσα στο πλήθος των ποιητικών βιβλίων που εκδίδονται ετησίως. Γι’ αυτό ακριβώς, στη σημερινή δημοσίευση επιλέγουμε δημιουργίες από πρόσφατες ποιητικές εκδόσεις που αξίζουν, πιστεύω, της προσοχής και του ενδιαφέροντος μας. Τους επόμενους μήνες θα ακολουθήσουν και άλλα ανάλογα σημειώματα.

Σιλουάν Κ., Οι κανονιές του Νότου (εκδ. Μπολ Φυστίκια, 2019)

Απόσταση

Υπάρχει ένα φωτεινό κενό ανάμεσα σε σένα και τα πράματα
και ένα βαθύ κενό
ανάμεσα σε σένα και τις λέξεις. Είπα: μια σκιά στη μέση μιας άλλης σκιάς.
Είπες: κάμπιες, σαρανταποδαρούσες, αράχνες, ψαλίδες.

Ωστόσο ο δρόμος παραμένει χωρισμένος στα δυο
και ωστόσο
ο ήλιος πατάει ακόμα στα ματιά μας.
Είναι η άνοιξη που μας αλείφει με λάσπη
και που μας συνθέτει
με την τρυφερή απάθεια
κοιμισμένων κοριτσιών.

Στην άλλη πλευρά
ο γύψινος άνθρωπος
που τεντώνεται πάνω απ’ τα κεφάλια μας
αστράφτει τώρα
στις μύτες των περαστικών.

(σελ. 19)


Αφού έφυγες

Οι ηδονές
στάζουν
απ’ το κουφάρι
του σκοταδιού
λευκά
λουλούδια
βρεμένα
με αίμα
ραντίζουν
τους
τοίχους.

Το δωμάτιο μου στενεύει: παρέα με τον ήλιο-δολοφόνο
θα καρφώσω
αυτό το σώμα
στον τοίχο.


(σελ. 54)


Ντέμης Κωνσταντινίδης, Της μοναξιάς καλή συνέχεια (εκδ. Φαρφουλάς, 2019)

Τα μεσημέρια


Πόσο πια απλά ήταν τα πράματα
σαν καβάλαγες το ποδήλατό σου
τα μεσημέρια -όταν όλοι κοιμόντουσαν,
χωρίς να υπολογίζεις το κάμα
που ζάλιζε τις κότες και άφηνε ανάπηρη
τη θάλασσα.

Σε κατέβαζε μέχρι τα ηλεκτρονικά
ή, άλλοτε, πίσω απ’ τον λόφο
ως της αλάνας τ’ αναχώματα,
κι από εκεί ίσια-καρφί για το σπίτι της...
απλά και μόνο για να την πετύχεις
στο μπαλκόνι της.


(σελ. 10)


Γάτες

Γάτες τρυφερά
θανάτου στόματα

Γάτες αρχοντικές
πανάρχαιοι αίλουροι

Γάτες θεοτικές
όφεων κατάδεσμοι

Γάτες θηλές
γάτες κοινές
κεραμιδόγατες.


(σελ. 37)


Μιχάλης Κ. Βάκρινος, Ημιτελή και Διαολοσκορπίσματα (24 γράμματα εκδόσεις, 2019)


Κάθε Φρανκ

Σύρματα ξεφυτρώνουνε στη γη
και έχει κοπεί η θάλασσα στη μέση.
Θα περιμένω από το σύννεφο ο,τι πέσει
μήπως και πιω, γιατί μολύνθηκε η πηγή.

Κλείδωσε απότομα τα βλέφαρα, κοιμήσου
μήπως το αίμα που σε πνίγει όνειρο γίνει.
Για ποια να ψάξεις λογική, για ποια ευθύνη;
Θα είναι η κακή πλευρά αυτή, του παραδείσου.

Φωτιά και θάνατος στη θέση της αλάνας
που παίζαμε και στο σχολειό μας κρεμασμένες
οι λίστες του Ερυθρού Σταυρού με τους χαμένους

στα ερείπια. Ίχνη από μολύβια και επαίνους
παλιές σελίδες μοιάζουν σήμερα γραμμένες.
Θα ‘ναι από κάποιο ημερολόγιο μιας Άννας…


(σελ. 8)


Καλοκαίρι


Θα αρχίσουν πάλι να μιλάνε τα στενά,
για ακρογιαλιές και κύματα ατίθασα.

Για την αύρα
μιας πόλης κυνικής
που σκοτώνει με την ερημιά της, το μισό.
Τα χέρια του ήλιου
που ακουμπάν γλυκά την άσφαλτο.
Τη στυγνή υγρασία τρυπά
τα κόκαλα τόσων απελπισμένων.

Μα
εν τέλει
όλοι θα μιλούν για αναχώρηση.

Μόνο εγώ, εδώ, να επιστρέφω
σε χαρτιά ιδρωμένα και ανίκανα.
Και είναι τόσο στενή
ετούτη η νύχτα του καλοκαιριού,
που δεν χωράω ούτε στις ίδιες μου τις λέξεις.

Και είναι τέτοια θηλιά ο ουρανός
που πνίγει αργά, αν τον κοιτάζω μοναχός
και ούτε ένα αστέρι δεν μπορώ να σου εξηγήσω.

(Ούτε απόψε ο ένας, δεν έχει τον άλλον).


(σελ. 54-55)


Δημήτριος Δημητριάδης, Όταν ο ψίθυρος (εκδ. Μελάνι, 2019)


I.

Απόψε ας μην μαλώσουμε για την πλευρά του κρεβατιού
ή της σχέσης
για το μισό σεντόνι που μας χωρίζει στον ύπνο
ας συναντηθούμε μυστικά στον τόπο της αφοσίωσης
στην αμήχανη πρώτη μέθη
εκεί που τα δάχτυλα συμφωνούν
απαλλαγμένα από την παραπλάνηση του χρόνου
από τις ήττες
ή τις νίκες δεν έχει σημασία
άσε με να σου μιλήσω για επιθυμίες
και άλλα επικίνδυνα
για τη φωνή σου εκείνη τη νύχτα
που οι νύχτες χόρευαν
και η αφή έγερνε στην άκρη του ώμου
απλωμένο νούφαρο
στο εύφορο σώμα του ιδρώτα
και ξόδευε τον χυμό της η αγάπη φυτεύοντας.

Δεν θυμάμαι τίποτα μετά την έκρηξη
μόνο τη γύμνια και τις σκόρπιες άκρες του ρούχου.


(Από την ενότητα 1/4, σελ. 10)


III.


Είμαστε τρεις στο δωμάτιο
οι δύο ψιθυρίζουν στη γωνία
ιστορίες για ξένους που ζουν στο υπόγειο
χωρίς να πληρώνουν νοίκι.

Οι φωνές πλέουν άφωνες μέσα στις γλώσσες
θυμάμαι την αγωνία της μάνας μου
όταν της γνώριζα τους νέους μου φίλους.

Μαζεύτηκαν σωτήρες στο κεφάλι
την άνοιξη παύουν οι επισκέψεις
κι εγώ φυτεύω αμυγδαλιές στο κρανίο
σχίζω τις σκέψεις με γυαλί από παλιά βιτρό
να βλέπω πιο θαμπή την απομόνωση
που καίει έξω από την εκκλησιά.

Η μάνα μου έγινε δέντρο στην αυλή.

Αφήστε μου το χώμα τουλάχιστον
κρυώνω τις νύχτες.


(Από την ενότητα 4/4, σελ. 33)


Αγγελική Δημουλή, Θέναρ (εκδ. Βακχικόν, 2019)


[Οι συλλαβές]


Οι συλλαβές
γίνανε λόγια
χείμαρροι
εξατμίστηκε η σιωπή
Το δεξί σου χέρι
το δεξί σου πόδι
κουπιά που σαλαγάνε
τη βάρκα των οκτώ μηνών
τη λέμε γέλιο
τη λέμε περίπου όνειρο.


(σελ. 16)


Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων


Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων
συζητάνε.
Παιδιά του '90
με την τσάντα στην πλάτη
ψηλαφίζουνε
ηχηρά μελλούμενα.

Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων
δε στρίψανε.
Σ ένα παγωμένο ενσταντανέ
περιμένουνε όσα τους υποσχέθηκαν
τα μεταφρασμένα βιβλία
και οι ταινίες σε ξαναγραμμένη κόπια.

Έχουν και τ’ αρνητικά τους οι γωνίες
Σ’ εγκλωβίζουν στην πιο στενή τους μοίρα
Σε καρφώνουν σαν σαΐτα ποιητή που δείλιασε.

Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων
βοήθησαν τους άστεγους
μάζεψαν τα παλιά τους ρούχα
και πλυμένα, καθαρά και σιδερωμένα τα χαρίσαν
στα κοινωνικά παντοπωλεία
Γιατί έτσι τους είπαν.

Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων
φτιάχνουν φωτιές σε μπουκάλια
και θυμούνται
με ακρίβεια
τις ημερομηνίες
που θα τις ανάψουν.

Ταξίδεψαν στην Ευρώπη
Περπάτησαν τη Δεξιά Όχθη,
ερωτεύτηκαν μια πόλη
Ήπιαν χλιαρή μπύρα στα βόρεια.
Μίλησαν σε γλώσσες μαθημένες.
Γύρισαν γρήγορα όμως στη γωνία τους.

Τα παιδιά στις γωνίες των δρόμων
Περιμένουμε
με ζαρωμένα βλέμματα.
Σαν γερασμένα βασιλικά
γέρνουμε  δεξιά και αριστερά.
Χαμογελάμε αδέξια στους περαστικούς
Βέβαιοι πια 
Για την υπεροχή της γωνίας μας.


(σελ. 37-38)



Χαρά Κυριακοπούλου. και τώρα παύση* (εκδ. Βακχικόν, 2019)


Ακαδημία-Βούλα


Όλος ο κόσμος ατσάλινα στόματα.
Ώρες τώρα κοιτάζω.
Μα μάτια πουθενά.
Ο ήλιος μαύρισε
με ένα απότομο τίναγμα του δρόμου.
Πλαστικά δάχτυλα και
αστραφτερά δόντια συνωστίζονται
με βία στο λεωφορείο,
και η επιγραφή έλεγε

ΠΩΣ ΝΑ ΞΕΝΥΧΤΑΤΕ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ.


(σελ. 53)


Δεκαπενταύγουστος


Ημέρες λήθης.
Πράσινος Αύγουστος στην Αθήνα.
Μα τι απάνθρωπη ησυχία.
Πώς να την αντέξει κανείς;
Όταν έχει ησυχία
ξεχασμένες φωνές στο κεφάλι
νικούν τις ψυχραιμίες.

Έπρεπε να ‘ναι ωραία.
Έτσι δεν είναι;
Όμως η νιότη είναι ανίκανη πια.
Μου πήρανε όλα τα όπλα
και έχει τόση ησυχία εδώ.

Και που πήγαν όλα;
Οι επισκέπτες έρωτες;
Οι μουσικές και τα ανθοφόρα γέλια;
Τα κίτρινα φώτα που τρεμοπαίζουν
αγρίως μεθυσμένα τις νεαρές μου νύχτες;

Σίγουρα κάτι θα ‘κανα
και πρέπει να πληρώσω.


(σελ. 61)



Νικόλας Κακατσάκης, Συνθλιπτήρες (εκδ. Σμίλη, 2020)


Λουΐζα


Φεύγουμε κάθε τέταρτη μέρα για τις βόλτες μου και κάθε Πέμπτη και Κυριακή στα αφιερώματα
του κινηματογράφου
στην Λέσχη των Φίλων των Γραμμάτων, της Τέχνης
και του Φεστιβάλ
της πόλης – απειλητικά μηνύματα για το επόμενο
δημοτικό συμβούλιο
που έχει εκλεγεί σε συνδυασμό μειοψηφίας
και θέατρο σε παραστάσεις που δεν πήγαν καλά οικονομικά
το κόστος μιας κράτησης θέσεων στο τηλέφωνο
του φουαγιέ
νικητές διπλής πρόσκλησης από τη σελίδα
ραδιοφωνικού σταθμού,
τώρα αλλάζουν όλα, εκπομπές μεταγλωττισμένες
εδώ και καιρό
και είμαστε παραγωγοί on demand, που κάνουν
διακρίσεις ανάμεσα στις παρουσιάστριες
των δελτίων ειδήσεων και των πρωινών εκπομπών
Αναστασία – Μαίρη – Σία – Νίκη – Εύα,
σε ιερόδουλες και αποκλειστικές.
Πόσο λείπουν πια οι φωνές της παράλληλης
αφήγησης
τα ντοκιμαντέρ τριακονταετίας σε επαρχιακό
κανάλι τηλεόρασης
και η επένδυση μουσική μιας σχέσης που άρχισε
μπροστά στην οθόνη
φορητού υπολογιστή μαζί με την ρώσικη ταινία
με τους αγγλικούς υπότιτλους
«Να βγαίνεις έξω να περπατάς, να περνάς
από τα στέκια μου,
και σ' εκείνο το νεοκλασικό – το ανακαινισμένο
από τον Δήμο
συναντιούνται οι ομάδες αυτοβοήθειας» ―
σ' το είπαν όλοι όταν μαζεύτηκαν να μιλήσουν
καθένας για ένα κατοικίδιο που μοιράστηκε
τη ζωή του
και έπειτα τι είναι ο θάνατος
«Ο γιατρός σου δεν μπορεί να είναι φίλος σου».

Αυτή αργεί πάντα να ξεκινήσει, εγώ βιάζομαι
να επιστρέψω
καπνίζουμε και οι δύο – δεν πίνω αλκοόλ
τσάι με τζίντζερ και βότανα σε βάζα για φλιτζάνια
τσιγάρα αγορασμένα τα δύο είκοσι και είκοσι λεπτά
με σπασμένα φίλτρα και το αμάξι γεμάτο
σημειώματα
απελπισίας σε δεκαψήφια νούμερα και αποφάγια
για τ' αδέσποτα.
Η μνήμη απατά, το είναι δεν βρίσκει την απόσταση
μεταξύ
προσφορών συμπόνιας και ευκαιριών μοναδικών
συχνών συναντήσεων.


(σελ. 9-10)


Παρέλαση


Την παρέλαση των ηρώων της ηδονής
αν γενναία δεν ακολουθήσεις
σε στράτα θ’ αλλάξει
που εσένα ετοιμοθάνατο
ν’ αποβγάλει θα θελήσει
με κύμβαλα και φωνές
την τελευταία μετάληψη θα λάβεις
στερημένος των απολαύσεων και χωρίς συγκινήσεις
ζωντανός ακόμα θα παραχωθείς]
με τους πολλούς
σε ρηχά σκαμμένο λάκκο.


(σελ. 54)










1 σχόλιο: