Πέμπτη 13 Αυγούστου 2020

ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

 ΑΦΙΕΡΩΜΑ 

 

 Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1931. Φοίτησε στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και από το 1958 ως το 1965 εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης. Παράλληλα το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε υπό τη διεύθυνσή του το περιοδικό "Διαγώνιος", που κυκλοφόρησε ως το 1983 με ολιγόχρονες παύσεις. Το 1962 δημιούργησε τις "Εκδόσεις της Διαγωνίου" και από το 1965 εργάστηκε ως διορθωτής και επιμελητής. Το 1974 ίδρυσε τη Μικρή Πινακοθήκη της Διαγωνίου που έχει ως στόχο την προβολή νέων καλλιτεχνών της συμπρωτεύουσας, με στενούς συνεργάτες του Κάρολο Τσίζεκ και Νίκο Νικολαΐδη. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Βιογραφία" στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης "Μορφές". Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Εποχή των ισχνών αγελάδων". Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος τοποθετείται ανάμεσα στους σημαντικότερους ποιητές της ομάδας που είναι γνωστή ως "Κύκλος της Διαγωνίου" και κινήθηκε στο πλαίσιο του ομώνυμου περιοδικού που ο ίδιος ίδρυσε (Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Γιώργος Ιωάννου, Τάσος Κόρφης, Βασίλης Καραβίτης, κ.α.). Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ντίνου Χριστιανόπουλου βλ. Αλέξης Ζήρας, "Χριστιανόπουλος Ντίνος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 9β, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1988, και Δημήτρης Δασκαλόπουλος, "Χριστιανόπουλος Ντίνος", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Πατάκης, 2007, σελ. 2381-2. 


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ: 

Ποίηση

  • Εποχή των ισχνών αγελάδων. Θεσσαλονίκη, Κοχλίας, 1950
  • Ξένα γόνατα· Ποιήματα 1950-1955. Θεσσαλονίκη, 1957
  • Ανυπεράσπιστος καϋμός· Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, ανάτυπο από το περ. Διαγώνιος, 1960
  • Ποιήματα 1949-1960. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1962
  • Το κορμί και το σαράκι· Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1964
  • Ποιήματα 1949-1964. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1964
  • Προάστια· Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1969
  • Το κορμί και το μεράκι· Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1970 • Ποιήματα 1949-1970. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1974
  • Μικρά ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1975
  • Ιστορίες του γλυκού νερού . Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1980
  • Το αιώνιο παράπονο · Ποιήματα και τραγούδια. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1981
  • Νέα ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1981 (και σε δεύτερη έκδοση με τίτλο Νεκρή πιάτσα· Πεζά Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1984)
  • Δώδεκα τραγούδια εικονογραφημένα με ξυλογραφίες του Νίκου Νικολαΐδη. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1984
  • Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1986 (δεύτερη έκδοση 1992, τρίτη έκδοση 1998)
  • Νεκρή πιάτσα· Νεώτερα ποιήματα (1990-1996). Παιανία, Μπιλιέτο, 1997
  • Το κορμί και το σαράκι· Νεώτερα ποιήματα (1990-1996). Παιανία, Μπιλιέτο, 1997
  • Η πιο βαθιά πληγή. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1998
  • Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2004
  • Πεζά ποιήματα. Θεσσαλονική, Ιανός, 2004
  • Μικρά ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2004
  • Παράξενο, πού βρίσκει το κουράγιο κι ανθίζει. Λευκωσία, Αιγαίον, 2011 

 

 Πεζογραφία

• Πίσω απ' την Αγιά Σοφιά, Θεσσαλονίκη, Ιανός, 1997

Η κάτω βόλτα· Διηγήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1963 (εμπλουτισμένη έκδοση: Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2004)

Οι ρεμπέτες του ντουνιά· Μικρά πεζά. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1986 (εμπλουτισμένη έκδοση: Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2004)

Θεσσαλονίκην οὖ μ'ἐθέσπισεν (αυτοβιογραφικά κείμενα) Θεσσαλονίκη, Ιανός, 1999 (β' έκδ. 2008) 

 

  Μεταφράσεις - Διασκευές (επιλογή)

Εντευκτήριο· Μεταφράσεις ποιημάτων. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1966

Τρία παραμύθια· Σπουδές λαϊκού λόγου (διασκευές). Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1989

Το Άγιο Ευαγγέλιο κατά τον Ματθαίο. Αθήνα, Το Ροδακιό, 1997

Εντευκτήριο Ι· Μεταφράσεις ποιημάτων. Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2007

Εντευκτήριο ΙI· Μεταφράσεις ποιημάτων. Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2007

Το Άγιο και Ιερό Ευαγγέλιο κατά τον Ματθαίο· Μεταφράσεις, Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2012 

 

 Ανθολόγια - Μουσική

Ανθολόγια Τραγουδιών του Βασίλη Τσιτσάνη, Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2009

• Τα τραγούδια του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Το αιώνιο παράπονο & Με τέχνη και με πάθος, Θεσσαλονίκη, Ιανός, 2012 

 

 

Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένα ποιήματα:  

 

 

Αναστολή

Ό,τι ὀνειρεύτηκα τόσα και τόσα βράδια,
ό,τι πεθύμησα με τόση αλλοφροσύνη,
ό,τι σχεδίασα με τόσο πυρετό,
μόλις σε δω, γλυκιά μου εξουθένωση,
στα μάτια και τα χείλη το αναστέλλω,
για μία στιγμή πιο απελπισμένη το αναβάλλω,
γιατί μονάχα όταν τα χέρια μου σε χάνουν, 

η πονεμένη φαντασία μου σε κερδίζει. 


Εκείνοι που μας παίδεψαν

Εκείνοι που μας παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιο πολύ,
όμως η δική σου τρυφερότητα πόσο καιρό ακόμα θα βαστάξει;
Ό,τι μας γλύκανε, το ξέπλυνε ο χρόνος κι η συναλλαγή,
εκείνοι που μας χαμογέλασαν βουλιάξαν σε βαθιά πηγάδια
και μείναν μόνο κείνοι που μας πλήγωσαν,
εκείνοι που αρνήθηκαν να τους υποταχτούμε.
Εκείνοι που μας παίδεψαν βαραίνουν πιο πολύ... 

 

 

Ενὸς λεπτού σιγή

Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας
κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
έναν ώμο ν᾿ ακουμπάτε την πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας,

κοκκινίσατε άραγε για την τόση ευτυχία σας,
έστω και μία φορά;
Είπατε να κρατήσετε ενὸς λεπτού σιγή
για τους απεγνωσμένους;


Το δάσος

Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες απὸ μέσα μας,
βλασταίνουν φύλλα και κλαδιά
κι έρχονται τα πουλιά του έρωτα και κελαηδούνε.

Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες απὸ μέσα μας,
οι σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
στις λόχμες του ο φόβος ενεδρεύει.

Ζώα μικρά και ζώα άγρια το κατοικούν,
όχεντρες έρπουν και ρημάζουν τις φωλιές μας,
λιοντάρια ετοιμάζονται να μας ξεσκίσουν.

Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες απὸ μέσα μας,
έγιναν δάσος σκοτεινό και μας πλακώνουν.  


Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας

Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας
ποτέ δε λένε την αλήθεια

ο κόσμος υποφέρει και πονά
κι εσείς τα ίδια παραμύθια.

Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας
είναι πολύ ζαχαρωμένα
ταιριάζουν σὲ σοκολατόπαιδα
μα δε ταιριάζουνε για μένα.  

 

 

Βρόχος

Τώρα που σ᾿ έχω διαγράψει απ᾿ την καρδιά μου,
ξαναγυρνάς όλο και πιο πολύ επίμονα,
όλο και πιο πολύ τυραννικά.
Δεν έχουν έλεος τα μάτια σου για μένα,
δεν έχουν τρυφερότητα τα λόγια σου,
τα δάχτυλά σου έγιναν τώρα πιο σκληρά,
έγιναν πιο κατάλληλα για το λαιμό μου.  


Με κατάνυξη

Έλα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά.
Να σου δώσω απόγνωση, να μην είσαι ζώο,
να μου δώσεις δύναμη, να μην είμαι ράκος.
Να σου δώσω συντριβή, να μην είσαι μούτρο,
να μου δώσεις χόβολη, να μην ξεπαγιάσω.
Κι ύστερα να πέσω με κατάνυξη στα πόδια σου,
για να μάθεις πια να μην κλωτσάς.

 

 

 Όταν σε περιμένω

Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
 ο νους μου πάει στους τσαλακωμένους,
σ᾿ αυτούς που ώρες στέκονται σε μία ουρά,
έξω από μία πόρτα ή μπροστά σ᾿ έναν υπάλληλο,
κι εκλιπαρούν με μία αίτηση στο χέρι
για μία υπογραφή, για μία ψευτοσύνταξη.
Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
γίνομαι ένα με τους τσαλακωμένους.  



Εγκαταλείπω την ποίηση

Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία,
δε θα πει ανοίγω ένα παράθυρο για τη συναλλαγή.
Τέλειωσαν πια τα πρελούδια, ήρθε η ώρα του κατακλυσμού.
Όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,
να δουν με τι καινούριους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν τη ζωή.
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
Να μη με κατηγορήσουν για ευκολία, πως δεν έσκαψα βαθιά,
πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκαλα.
όμως είμαι άνθρωπος κι εγώ, επιτέλους κουράστηκα, πως το λένε,
κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
Βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του.   



Η θάλασσα

Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
 Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.  




Μικρά ποιήματα 


Αφαίρεσε τη νύχτα απ᾿ τα μάτια σου –
πως να παλέψω μόνος με τους δυο σας; 


Θυσίασα τον ύπνο μου κυρία
για να διαβάσω τα ποιήματά σας
κι εκείνα μ᾿ αποκοίμησαν. 


Τα πρόβατα απήργησαν
ζητούν καλύτερες συνθήκες σφαγής. 


Και τι δεν κάνατε για να με θάψετε
όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος. 


Μια γυναίκα στο δρόμο
μαλώνει το παιδάκι της
«Δε θα πάμε στο σπίτι;
θα σε κρεμάσω ανάποδα»
γύρισα κι είδα το μικρό:
ήτανε κιόλας κρεμασμένο. 



















































































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου